Η επαφή Μίτσιτς - Ολυμπιακού και ο κατάλληλος τρόπος

GAME DAY
Η υπόθεση Μίτσιτς είναι case study… Και στο τέλος της σεζόν που ακολουθεί, που είναι μία από τις κρισιμότερες των τελευταίων ετών (πόσο μάλλον αν η Αθήνα καταφέρει να εξασφαλίσει την διοργάνωση του Φάιναλ Φορ) τα διδάγματα θα είναι άφθονα. Για νικητές και ηττημένους. Αθλητές, προπονητές και οπαδούς. Ουδείς θα εξαιρεθεί.
Ο “λαός”, ή έστω μερίδα αυτού που συμβαίνει να είναι και η πιο θορυβώδης, έχει μάθει να απαιτεί. Κάποιες φορές με το πιο λανθασμένο τρόπο. Αγνοώντας πολλά από τα θεμελιώδη υλικά δημιουργίας μίας ομάδας. Το ρεπορτάζ του Ολυμπιακού είναι αρκετά σύνθετο τις τελευταίες εβδομάδες ακόμα και για τους “insiders”, στους οποίους ούτε εξ αγχιστείας ανήκω. Ωστόσο, τούτη την ώρα ο Σέρβος δεν έχει καμία επίσημη πρόταση στα χέρια του. Κι αυτό γιατί η επιμονή σε απαιτήσεις που δεν μπορούν να καλυφθούν (ή δε θέλουν να τις καλύψουν) οι ομάδες προκαλεί ένα χάσμα.
Και μπορεί να ακούγεται και είναι απολύτως σωστό, ότι η Φενέρ έχει αποσύρει την πρόταση της, αυτό όμως δε σημαίνει ότι έχει αποσύρει το ενδιαφέρον της. Από τη στιγμή που ο Μίτσιτς θα αποφασίσει να μειώσει τα χρήματα που ζητάει σε ένα πλαίσιο που θα είναι προσιτό και “γήινο” για τις ομάδες, είναι σχεδόν δεδομένο ότι η Φενέρ θα ξαναμπεί. Το ίδιο και η Χάποελ.
Ανεξαρτήτως των πηγών, οι περισσότερες εκ των οποίων συγκλίνουν (και μάλλον εύστοχα) στο συμπέρασμα ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή (και μόνο τη δεδομένη χρονική στιγμή) ο Σέρβος δεν αποτελεί το golden egg για τους ερυθρόλευκους, οι πληροφορίες που είναι απόλυτα επιβεβαιωμένες αναφέρουν ότι ο Ολυμπιακός βρίσκεται σε επαφή με τον Μίτσιτς από νωρίς και μάλιστα υπήρξε επαφή μεταξύ των δύο πλευρών ακόμα και πρόσφατα.
Ο συνδυασμός αποκαλύπτει ότι ο Σέρβος γκαρντ, η αξία του οποίου δεν αμφισβητείται, δεν περνά αδιάφορος για τους ερυθρόλευκους, την ίδια στιγμή όμως, που ο Γιώργος Μπαρτζώκας αναζητά και άλλες επιλογές.

Το ερυθρόλευκο οικοσύστημα γνωρίζει ότι μία πιθανή μεταγραφή Μίτσιτς, θα προκαλούσε ντελίριο στον κόσμο του. Ωστόσο, ο λαός του Ολυμπιακού ενορχηστρώνει ήδη ένα κοντσέρτο στις παρυφές του ντελιρίου, όπου, ανεξαρτήτως των επιθυμιών του κόουτς Μπαρτζώκα, δεν εκφράζεται απλώς, η παραζάλη για την απόκτηση του Μίτσιτς, αλλά παράγεται ένας ασφυκτικός ήχος προς πάσα κατεύθυνση σχετικά με την υπογραφή του.
Η βούληση του κόσμου όμως, όσο σημαντική κι αν είναι για έναν τεράστιο οργανισμό όπως ο Ολυμπιακός, δεν μπορεί επουδενί να είναι, ούτε η αιτία, ούτε η αφορμή για την απόκτηση ενός παίκτη. Όχι ενός οποιουδήποτε παίκτη, αλλά ενός Μίτσιτς, με ό,τι μπορεί να κομίζει αυτός στην ατμόσφαιρα του ΣΕΦ.
Αν οποιοσδήποτε συμφωνεί, ή διαφωνεί με τον Γιώργο Μπαρτζώκα σχετικά με τις επιφυλάξεις του, που φέρνουν τον Σέρβο σε ένα λίγο πιο χαμηλό ράφι από τις ύψιστες προτεραιότητες του, οφείλει να του αναγνωρίσει ότι δεν παρεκκλίνει των αρχών του και των αξιών που εμφορείται.
Είναι απόλυτα συνεπής στην “οικονομία” του Ολυμπιακού και στην αντίθεσή του προς την αδικαιολόγητη σπατάλη. Υπάρχουν στιγμές που αποπνέουν την αίσθηση ότι τα χρήματα των ιδιοκτητών της ομάδας του, τα σέβεται περισσότερο κι από δικά του. Βέβαια, αυτό είναι κάτι που δεν το έχει ζητήσει κανείς, αλλά οι άνθρωποι διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους σε κάθε περίσταση.
Πλην της περίπτωση Φουρνιέ, ο Μπαρτζώκας είναι πάντα ένας κόουτς που αναζητά επιλογές value for money, ίσως γιατί του αρέσει, ίσωσ να εισπνέει περισσότερο οξυγόνο όταν οι ομάδες του δεν θεωρούνται εξ αρχής καλοκαιρινά φαβορί, αλλά αουτσάιντερ.
Ο κάθε προπονητής θα μπορούσε να έχει τις δικές του ενστάσεις για την περίπτωση Μίτσιτς, πολύ περισσότερο ο Μπαρτζώκας, που ενώ έχει τεράστια εκτίμηση στον παίκτη, γνωρίζει ότι έχει να παίξει πραγματικά ανταγωνιστικό (ευρωπαϊκό) μπάσκετ για δύο χρόνια. Τα στοιχεία του στην άμυνα, δεν είναι ακριβώς αυτά που επιζητά για την περιφέρειά του (αλλά εδώ που τα λέμε ποιος Μίτσιτς, θα ήταν σούπερ και στα δυο μισά του γηπέδου και δε θα είχε ρόλο στο ΝΒΑ;), ωστόσο το πιο βασικό είναι κάτι άλλο: Όταν ο Ολυμπιακός απέκτησε τον Φουρνιέ, που σαφέστατα δε βρισκόταν στα πλάνα του Έλληνα κόουτς, δρομολογήθηκε ένα τηλεφώνημα… “Πόσο κίνητρο έχεις να παίξεις στην Ευρώπη;” ήταν το πρώτο πράγμα που ρώτησε τον Γάλλο, για να πάρει μία απάντηση την οποία έχει μνημονεύσει αρκετές φορές σε συνεντεύξεις του, με αποτέλεσμα ο Φουρνιέ να υπογράψει στον Ολυμπιακό με τις ευλογίες του.
Αυτό το τηλεφώνημα, στην (ή από) την πλευρά Μίτσιτς δεν έχει γίνει. Όχι ακόμα.
Η πιο σημαντική ανησυχία που θα μπορούσε να έχει ο κόουτς Μαρτζώκας και οποιοσδήποτε στη θέση του που υπηρετεί μία πάρα πολύ συγκεκριμένη και όχι απλή φιλοσοφία είναι το κατά πόσο ένας παίκτης, που έχει τόσο υψηλές απαιτήσεις, που στην Εφές έπαιζε με εντελώς διαφορετικό τρόπο και σε ένα εντελώς άλλο σύστημα, θα αποδεχτεί, θα καταφέρει, θα μπορέσει να ενσωματωθεί σε μία φιλοσοφία όπου τα πρόσωπα υπηρετούν το σύνολο και όχι το αντίθετο. Κι εν τελει πόσο φρόνιμο είναι να επενδυθούν μία καραβιά εκατομύρια για να αποκτηθεί ένας (ακόμα και Μίτσιτς) που τη δεδομένη χρονική δεν είναι προτεραιότητα του κόουτς;
Βέβαια, εδώ γεννιούνται δύο θέματα:
Πρώτον, ο Μπαρτζώκας, πραγματοποιώντας τον δικό του αυτοβελτιωτικό άλμα προς όφελος του συνόλου, στην περίπτωση του Φουρνιέ αποδέχτηκε ότι κάποιες φορές το σύνολο είναι υποχρεωμένο να ανεχτεί το πρόσωπο, τα ταλέντα και τα λάθη του. Μπορεί να γίνει αυτό και με τον Μίτσιτς; Η είναι too much;
Δεύτερον, η κοσμοθεωρία του κάθε κόουτς. Ένα από τα πιο βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντούν σχεδόν καθημερινά (και κυρίως μπροστά στον καθρέπτη τους) οι προπονητές είναι το ακόλουθο: Σε ποιες περιπτώσεις η ομάδα θα υπηρετήσει δίχως παρεκκλίσεις τη φιλοσοφία του κόουτς, και σε ποιες ο κόουτς, προς όφελος της ομάδας, θα αποδεχθεί να προσπεράσει τους πυλώνες της φιλοσοφίας του και να πιστέψει σε δομές που αντίκεινται των δικών του;
Ευτυχώς, πραγματικά ευτυχώς, δεν είμαστε εμείς σε αυτή τη θέση, Ωστόσο, οι εκλεκτοί και πανάξιοι που βρίσκονται εκεί έχουν χρέος να ορίσουν εξ αρχής το απαντητικό πλαίσιο σε αυτό το ερώτημα.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, αν Μίτσιτς δεν είναι μία απλή περίπτωση παίκτη. Είναι ένας από τους λιγοστούς “σούπερ ελίτ” που βρίσκονται στην αγορά φέτος. Το ξέρει και ο ίδιος. Η ενδεχόμενη απόκτησή του από οποιαδήποτε ομάδα ανεβάζει εξωφρενικά το επίπεδο των προσδοκιών. Για τον Ολυμπιακό θα σημαίνει ότι κάθε τι άλλο πλην από την κατάκτηση τουλάχιστον του Νταμπλ, θα είναι παταγώδης αποτυχία. Ο Ολυμπιακός φυσικά δε χρειάζεται κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που ο προπονητικός ηγέτης του, δεν έχει πολύ ώριμη ακόμα τη σκέψη στο μυαλό του να πάρει ένα πολύ κοστοβόρο ρίσκο.
Ο κόσμος έχει δικαίωμα να ζητάει, αλλά ο προπονητής έχει δικαίωμα να αποφασίζει. Το ιδανικό είναι αυτές οι δύο πλευρές να είναι συντονισμένες. Αν όχι, μπορεί να υπάρξει πρόβλημα. Και το επαναλαμβάνω… Ενώπιον μίας σεζόν που θα είναι πραγματικά σούπερ απαιτητική για όλους, ειδικά αν το Φάιναλ Φορ διεξαχθεί στην Αθήνα.
Ο σωστός τρόπος για να γίνει μία τέτοια μεταγραφή δεν είναι αυτός που εξελίσσεται. Η πίεση του κόσμου δεν πρέπει να αποτελέσει κριτήριο. Ο προπονητής είναι εκεί για να αποφασίζει, να κρίνει και να κρίνεται. Στο τέλος! Όχι στην αρχή.