Η Άιντραχτ έχει χτυπήσει... φλέβα χρυσού με τους επιθετικούς της την τελευταία πενταετία

Την περασμένη Τετάρτη (23/7), η Άιντραχτ Φρανκφούρτης, ολοκλήρωσε τη συμφωνία με τη Λίβερπουλ για την πώληση του Ούγκο Εκιτίκε, λαμβάνοντας το ποσό των 95 εκατομμυρίων ευρώ.
Τον Ιανουάριο, ο Ομάρ Μαρμούς ταξίδεψε στην Αγγλία για λογαριασμό της Μάντσεστερ Σίτι, έναντι 75 εκταομμυρίων ευρώ, σε ένα ακόμα mega deal της Άιντραχτ.
Το εν λόγω φαινόμενο ωστόσο, είναι επαναλαμβανόμενο για τους «αετούς» της Φρανκφούρτης, οι οποίοι έχουν εξελιχθεί σε... ειδήμονες στις πωλήσεις επιθετικών τα τελευταία έξι χρόνια, πετυχαίνοντας εξαιρετικές συμφωνίες.
Η αρχή με τους Γιόβιτς και Αλέ
Το 2019, Λούκα Γιόβιτς βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, πραγματοποιώντας μια εξαιρετική σεζόν σε Bundesliga και Europa League, όπου οδήγησε την Άιντραχτ μια ανάσα απ' τον τελικό της δεύτερης τη τάξει ευρωπαϊκής διοργάνωσης, πριν την αποκλείσει στα ημιτελικά στην διαδικασία των πέναλτι η Τσέλσι. Ένα χρόνο αργότερα, ο Σέρβος επιθετικός πουλήθηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης έναντι 63 εκατομμυρίων ευρώ, χωρίς να δικαιώσει τις προσδοκίες, με την ομάδα της Φρανκφούρτης να πετυχαίνει το καλύτερο δυνατό deal.
Την ίδια χρονιά, ο γερμανικός σύλλογος συμφώνησε με τη Γουέστ Χαμ για την πώληση του Σεμπαστιάν Αλέ, ο οποίος δεν κατάφερε να προσαρμοστεί πλήρως στην Premier League. Μπορεί στον Άξιαξ να ξαναβρήκε τον εαυτό του, μέχρι να διαγνωστεί με καρκίνο και να δώσει μια σκληρή μάχη, στην οποία βγήκε νικητής, ωστόσο το χρονικό σημείο της πώλησης του και τα 50 εκατομμύρια ευρώ που έλαβε η Άιντραχτ Φρανκφούρτης ήταν ίσως το μάξιμουμ που μπορούσε να πάρει.
Η παρόμοια περίπτωση του Σίλβα και ο Κόλο Μουανί
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η περίπτωση του Αντρέ Σίλβα. Ο πορτογάλος επιθετικός με 28 γκολ σε 32 αναμετρήσεις τη σεζόν 2020/21, ήταν στο κορυφαίο επίπεδο και αρκετές ομάδες επιθυμούσαν διακαώς την απόκτηση του. Τελικά η Λειψία ήταν εκείνη που τον έκανε δικό της, έναντι 23 εκατομμυρίων ευρώ. Η πορεία του στους «ταύρους» όμως δεν ήταν ανάλογη, δόθηκε δανεικός και στη Ρεάλ Σοσιεδάδ το 2024 και κατέληξε να αγωνίζεται στη Βέρντερ Βρέμης. Η καριέρα του αντί να απογειωθεί, είχε φθίνουσα πορεία σε ένα ακόμη... masterclass των «αετών».
Ο Κόλο Μουανί αγωνιζόταν στην Άιντραχτ Φρανκφούρτης τη χρονιά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, στο οποίο η Γαλλία ηττήθηκε στα πέναλτι από την Αργεντινή, με τον ίδιο να είναι μοιραίος, χάνοντας απίθανη ευκαιρία στο φινάλε της παράτασης.
Το επόμενο καλοκαίρι η Παρί Σεν Ζερμέν τον απέκτησε, δαπανώντας 95 εκατομμυρία ευρώ, ωστόσο όπως συνέβη και στις υπόλοιπες περιπτώσεις η πορεία του δεν ήταν ανάλογη και τα νούμερα του πολύ μειωμένα σε σχέση με τη χρονιά του στη Bundesliga και κατέληξε δανεικός στη Γιουβέντους, στις αρχές του 2025.
Η ομάδα της Φρανκφούρτης έχει καταφέρει να πετύχει τις απόλυτες υπεραξίες στις πωλήσεις των σέντερ φορ της σε όλες τις προαναφερθέντες περιπτώσεις, με απολογισμό περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ σε καθαρά κέρδη, έχοντας γίνει ένα καλοδουλεμένο... selling club. Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να είναι το γεγονός ότι και οι τέσσερις ποδοσφαιριστές που αποχώρησαν από τον σύλλογο για να δοκιμάσουν την τύχη τους σε ένα πιο απαιτητικό περιβάλλον, δεν είχαν την ίδια αποτελεσματικότητα.
Μπορεί να ευθύνεται ο μεγαλύτερος βαθμός δυσκολίας, ωστόσο η ικανότητα των «αετών» στο να πετυχαίνουν τις συμφωνίες αυτές και την καταλληλότερη στιγμή, είναι άξια θαυμασμού. Ο Ομάρ Μαρμούς ίσως αποτελεί εξαίρεση, με τα πρώτα δείγματα γραφής του στη Μάντσεστερ Σίτι να είναι ενθαρρυντικά, ενώ ενδιαφέρον θα έχει, το κατά πόσο θα προσαρμοστεί ο Εκιτίκε στη Λίβερπουλ και στην Premier League. Θα επαληθευτεί ο... κανόνας της Άιντραχτ ή θα εκτοξευτεί η αξία του;