Ο Ετεοκλής Παύλου αποκαλύπτει για την οπαδική συμπλοκή στο Παγκράτι: «Ήμουν σε κώμα ένα μήνα, έχασα το πόδι μου» (video)

Μία... μαύρη επέτειος είναι η σημερινή (13/10) για τον Ετεοκλή Παύλου, ο οποίος βρισκόταν στην αιματηρή οπαδική συμπλοκή στο Παγκράτι, την ίδια μέρα, πριν από ακριβώς 13 χρόνια.
Ο ίδιος, μιλώντας στην εκπομπή «Breakfast» στο Star, την οποία παρουσιάζει, μαζί με τη σύζυγό του, Ελένη Χατζίδου, αναφέρθηκε στη μέρα εκείνη, στην οποία έχασε το πόδι του και κινδύνευσε σοβαρά η ζωή του.
«Σήμερα είναι μια πάρα πολύ ξεχωριστή ημέρα για εμένα. Σαν σήμερα πριν από 13 χρόνια με πυροβόλησαν. Σαν σήμερα πριν από 13 χρόνια πέθανα και σήμερα είναι τα δεύτερά μου γενέθλια. Χαίρομαι και με βλέπετε να το περιγράφω όλο αυτό με χαμόγελο, γιατί αυτό είναι και το μήνυμα που θέλω να στείλω στον κόσμο, ότι πολλές φορές η ζωή μπορεί να πάρει άλλη τροπή και όχι απαραίτητα χειρότερη.
Όλα άλλαξαν και κάτι τόσο δυσάρεστο μπορεί να γίνει θετικό, κάτι καλό. Δεν πίστευα ποτέ ότι 13 χρόνια πριν, όταν νοσηλεύτηκα στην εντατική, έχασα το πόδι μου και όλα αυτά που έζησα, ότι 13 χρόνια μετά θα είμαι εδώ, θα εργάζομαι, θα είμαι καλά, θα έχω τη γυναίκα μου, το παιδί μου και θα έχω τη ζωή που έχω τώρα. Δεν το φανταζόμουν ποτέ, οπότε μην σταματήσετε ποτέ να πιστεύετε στα όνειρά σας και ό,τι δυσκολία και έρθει, κάπου σε κάτι καλό θα βγάλει.
Να έχετε πίστη στον εαυτό σας και όλα θα πάνε καλά, όπως πήγαν για εμένα. Για εμένα είναι κάτι πολύ στενάχωρο, αλλά επειδή βλέπω την πορεία, γυρνάω 13 χρόνια πίσω, τότε έβλεπα μια οικογένεια που περνούσε έναν γολγοθά, όμως βλέπεις ότι το ταξίδι αυτό μπορεί να έχει μια πολύ ωραία κατάληξη. Αυτό που ζω σήμερα, δεν θα το ονειρευόμουν ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα τότε», ανέφερε ο Ετεοκλής Παύλου.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, είχε μιλήσει στο στούντιο 4 της ΕΡΤ, εξιστορώντας ακριβώς τι συνέβη εκείνη τη νύχτα, όπου εργαζόταν στην υποδοχή νυχτερινού μαγαζιού στο Παγκράτι.
«Βρέθηκα στη μέση σε μια συμπλοκή οπαδών. Ένας από όλους αυτούς έβγαλε ένα όπλο και θέλησε να μου πάρει τη ζωή. Το να νιώθεις ότι «φεύγεις» είναι ένα συναίσθημα το οποίο το κουβαλάς για πάντα. Δεν μπορώ να περιγράψω πόσο άσχημο είναι ως συναίσθημα ότι τελείωσαν όλα.
Είναι ένα μοναχικό μονοπάτι. Δεν μπορείς να το μοιραστείς με κανέναν, όχι γιατί δεν μπορεί να το αντιληφθεί ή δεν σε αγαπάει. Είναι κάτι πολύ δύσκολο, εσωτερικό και παλεύεις να το ερμηνεύσεις, μπορεί να σου πάρει μια ζωή. Θα πω κάτι βαρύ και λίγο στενάχωρο… Δεν θεωρώ ότι πρέπει να φτάνεις τόσο κοντά στον θάνατο, να το βιώνεις όλο αυτό και μετά αυτή την ανάμνηση να την κουβαλάς για πάντα. Θα ήθελα με κάποιο τρόπο μαγικό να φεύγει. Είναι πολύ δύσκολη να την έχεις πάνω σου, μέσα σου. Είναι βαρύ συναίσθημα πολύ.
Η στιγμή που έβγαλα αίμα από το στόμα, είδα θολά τα λαμπάκια του ασθενοφόρου να φέγγουν και ένιωθα ότι φεύγω. Και θα μοιραστώ μαζί σας μία ανάμνηση. Έχω ως εικόνα τον εαυτό μου ξαπλωμένο στο δρόμο με ένα σεντόνι από πάνω. Δεν μπορώ να σ' το προσδιορίσω. Και μετά τους ρώτησα «γιατί μου βάλατε σεντόνι;» και μου λένε «πού το ξέρεις;».
Δεν ήξερα αν γλίτωσα, αν ξύπνησα, αν είμαι στον άλλον κόσμο. Ήμουν σε κώμα ένα μήνα και… Η μητέρα μου υπέγραψε για να μου ακρωτηριάσουν το πόδι. Ξύπνησα και θυμάμαι ότι πριν ξυπνήσω, λένε οι γιατροί στη μητέρα μου που ήταν πάντα εκεί, μου κρατούσε το χέρι, έκλαιγα χωρίς να βλέπω τη μητέρα μου. Μου κρατούσε το χέρι και έκλαιγα. Όταν ξύπνησα, γαλήνεψα γιατί είδα τη μητέρα μου και τον αδελφό μου», είχε πει.