Σοκάρει η κόρη του Μαραντόνα: «Ηταν πολύ πρησμένος, δεν φαίνονταν καν τα μάτια του, είχε φωνή ρομπότ»

Μια από τις κόρες του Ντιέγκο Μαραντόνα κατέθεσε εκτενώς την Τρίτη (13/5) στη δίκη για τον θάνατο του πατέρα της, περιγράφοντας την αίσθηση μιας «σκηνοθεσίας» από το ιατρικό περιβάλλον κατά την μοιραία ανάρρωσή του το 2020. Σε διάρκεια σχεδόν επτά ωρών κατάθεσης, που διακόπηκε από λυγμούς και πλημμύρα δακρύων, η 35χρονη Τζιανίνα αφηγήθηκε το αίσθημα ότι ήταν ελλιπώς ενημερωμένη, παραγκωνισμένη, ακόμη και υποτιμημένη από την ιατρική ομάδα που σήμερα δικάζεται.
«Με την απόσταση του χρόνου πιστεύω ότι επρόκειτο για μια σκηνοθεσία, μια θεατρική παράσταση που μας έστησαν (η ιατρική ομάδα), για να προχωρήσουν με ό,τι ήθελαν, να κρατήσουν τον πατέρα μου μόνο του, σε έναν σκοτεινό και άσχημο χώρο», δήλωσε η Τζιανίνα, μία από τις δύο κόρες του Μαραντόνα, στο πλευρό της πρώην συζύγου του, Κλαούντια Βιγιαφάνιε. Η Τζιανίνα δεν εξήγησε ποια πιστεύει πως ήταν τα κίνητρα του ιατρικού περιβάλλοντος, αλλά ο δικηγόρος της, Φερνάντο Μπουρλάντο, ανέφερε στην αρχή της δίκης ένα «χρηματικό κίνητρο» της ομάδας αυτής, κάτι που, όπως είπε, είναι η «κρυφή πλευρά» της δίκης για αμέλεια.
Επτά επαγγελματίες υγείας – γιατροί, ψυχίατρος, ψυχολόγος, νοσηλευτές – δικάζονται εδώ και δύο μήνες στο Σαν Ισίδρο (βόρεια του Μπουένος Άιρες) για «ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο», δηλαδή αμέλεια με συνείδηση ότι θα μπορούσε να προκαλέσει θάνατο. Το είδωλο του αργεντίνικου ποδοσφαίρου πέθανε στα 60 του, στις 25 Νοεμβρίου 2020, από καρδιοαναπνευστική ανακοπή και πνευμονικό οίδημα, στο κρεβάτι μιας ιδιωτικής κατοικίας στο Τίγκρε, κοντά στο Σαν Ισίδρο. Ο Μαραντόνα ανάρρωνε για δύο εβδομάδες μετά από επιτυχή νευροχειρουργική επέμβαση για αιμάτωμα στο κεφάλι.
Η Τζιανίνα εξέφρασε την αγανάκτησή της εναντίον ενός από τους κατηγορούμενους, του Λεοπόλδο Λούκε, προσωπικού γιατρού του Μαραντόνα τότε και, σύμφωνα με τις καταθέσεις, βασικού υπεύθυνου για τις κρίσιμες εκείνες εβδομάδες, μαζί με την ψυχίατρο Αγκουστίνα Κοσασόφ. Η απόφαση για κατ’ οίκον ανάρρωση και η χαμηλή ποιότητα φροντίδας και ιατρικού εξοπλισμού στο σημείο, βρίσκονται στο επίκεντρο της δίκης έως τώρα, όπως προκύπτει από πολλές καταθέσεις. Η Τζιανίνα δεν άντεξε τα δάκρυα όταν προβλήθηκε στην αίθουσα η ηχογράφηση συνάντησης μεταξύ της ιατρικής ομάδας, της οικογένειας και στενών φίλων του Μαραντόνα, για τη λήψη απόφασης περί κατ' οίκον ανάρρωσης ή παραμονής σε ίδρυμα – κάτι που συνέστηνε η κλινική που τον είχε χειρουργήσει.
«Πονάει τόσο πολύ. Όλες αυτές οι συζητήσεις μου φαίνονται τόσο άδικες, όλα όσα είχαν υποσχεθεί (για την ανάρρωση) και δεν τήρησαν ποτέ. Νιώθω πως επρόκειτο για μια φρικτή χειραγώγηση, μια μακάβρια θεατρική παράσταση». Ξέσπασε ξανά σε κλάματα όταν το δικαστήριο πρόβαλε ηχητικό μήνυμα ενός εκ των κατηγορουμένων, του ψυχολόγου Κάρλος Ντίας, που παρουσιαζόταν ως «ειδικός στις εξαρτήσεις» (από τις οποίες υπέφερε ο Μαραντόνα), απευθυνόμενο στην ψυχίατρο Κοσασόφ. Το μήνυμα πρόδιδε μεγαλύτερη νομική παρά ιατρική ανησυχία.
«Ηθελα να πεθάνω, να πάω μαζί του»
«Εδώ, ο στρατηγικός στόχος είναι να πασάρουμε το μπαλάκι στην οικογένεια, η ιδέα είναι να καλύψουμε τους εαυτούς μας», έλεγε ο ψυχολόγος στο ηχητικό, προκαλώντας ένα κύμα αγανάκτησης στην αίθουσα. Η Τζιανίνα αφηγήθηκε, επίσης, πώς είδε τον πατέρα της για τελευταία φορά στις 18 Νοεμβρίου (επτά μέρες πριν τον θάνατο):
«Ήταν πολύ πρησμένος, δεν φαίνονταν καν τα μάτια του, είχε φωνή ρομπότ». Ο Ντίας «μου είπε πως ήταν φυσιολογικό, μου έλεγαν όλοι το ίδιο, ότι ήταν φυσιολογικό λόγω της κατάκλισης, της μετεγχειρητικής κατάστασης…». Δεν τον ξαναείδε ζωντανό. «Ο Ντίας μας έλεγε να τον αφήσουμε στο χώρο του, πως ήταν μέρος της διαδικασίας, πως (ο Μαραντόνα) ήθελε να είναι μόνος.
Μίλησα με τον μπαμπά, του είπα ότι ήθελα να πεθάνω, να πάω μαζί του, πως δεν ήθελα τίποτα πια, ότι ήταν πολύ δύσκολο, όλα όσα έγιναν και συνεχίζουν να συμβαίνουν από τότε που έφυγε», είπε η κόρη του «Ντιέζ», κυριευμένη από τη συγκίνηση.