Ξέσπασμα Τότι: «Δεν ήθελα να αποσυρθώ με ανάγκασαν»
Ο Φραντσέσκο Τότι είναι για πολλούς ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που έχει αγωνιστεί με την φανέλα της Ρόμα, ενώ θεωρείται ένας από τους πιο πιστούς παίκτες στην ιστορία του αθλήματος, δεδομένου ότι δεν αποχώρησε ποτέ από την ιταλική πρωτεύουσα παρά τις μεγάλες προτάσεις που δέχτηκε κατά καιρούς.
Ο 49χρονος παραχώρησε συνέντευξη στο «Amazon Prime Italia», μιλώντας για τα όσα πέρασε ως ποδοσφαιριστής των «τζιαλορόσι», αλλά και την σχέση του με τον Λουτσιάνο Σπαλέτι, ο όποιος διατέλεσε δεύτερη φορά, προπονητής της Ρόμα την σεζόν 2016-17, όπου ήταν και η χρονιά που ο Τότι αποχαιρέτησε το ποδόσφαιρο.
Ο Ιταλός ανέφερε πως ο πρώην τεχνικός του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος της πατρίδας του, είχε αναλάβει τους Ρωμαίους εκείνη την χρονική περίοδο με μοναδικό σκοπό να τον κάνει να αποσυρθεί. Παράλληλα, μίλησε για το βράδυ που άνθρωποι του συλλόγου πήγαν σπίτι του για να του πουν ότι θα παίξει το τελευταίο ντέρμπι, με τον 58 φορές διεθνή με την «σκουάντρα ατζούρα» να τονίζει πως η ομάδα του, τον απογοήτευσε.
«Έκλαιγα κάθε μέρα για τρεις εβδομάδες. Ήμουν φοβισμένος, ψυχρός με όλους, ξαναδιάβαζα την αποχαιρετιστήρια επιστολή μου στο πλήθος και έκλαιγα», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Aναλυτικά τα όσα δήλωσε:
Για τον Σπαλέτι: «Κατά την άποψή μου, ο Σπαλέτι ήρθε το 2016 με την ιδέα να με κάνει να αποσυρθώ, με την υποστήριξη του συλλόγου. Υπήρχαν πάντα προβλήματα μαζί του, ήταν εντελώς διαφορετικός από τον προπονητή με τον οποίο είχα συνεργαστεί το 2005. Ίσως ήταν πεπεισμένος ότι τον είχα απολύσει όταν έφεραν τον Κλαούντιο Ρανιέρι, αλλά αυτό δεν ήταν αλήθεια. Οι άνθρωποι της διοίκησης τηλεφώνησαν σε εμένα και σε άλλους παίκτες για να ρωτήσουν αν προτιμούσαμε τον Μαντσίνι, τον Ρανιέρι ή κάποιον άλλο.
Μετά την αποχώρησή μου, ο σύλλογος μου είπε ότι έπρεπε να κρεμάσω τα παπούτσια μου. Μια μέρα ήρθαν στο σπίτι μου για να μου πουν ότι θα έπαιζα το τελευταίο μου ντέρμπι. Δεν είμαι ηλίθιος, ήξερα ότι αργά ή γρήγορα θα έπρεπε να τα παρατήσω, αλλά εξακολουθούσα να νιώθω καλά με το μυαλό και τα πόδια μου. Ίσως σε εκείνη την περίπτωση, η Ρόμα με απογοήτευσε περισσότερο από τον Σπαλέτι. Νομίζω ότι ήμουν πρόβλημα για αυτούς. Είπα ότι θα έπαιζα ευχαρίστως δωρεάν, θα έδινα τα πάντα για τη Ρόμα».
Για τις δύσκολες στιγμές που πέρασε μετά την απόσυρσή του: «Ένιωθα ότι δεν υπήρχε τίποτα που να με κρατάει. Οι ποδοσφαιριστές είναι πλάσματα της συνήθειας, κάνουμε το ίδιο πράγμα κάθε μέρα, και εγώ απλώς ήμουν χαμένος. Δεν ήξερα τι να κάνω με τον εαυτό μου. Έκλαιγα κάθε μέρα για τρεις εβδομάδες. Ήμουν φοβισμένος, ψυχρός με όλους, ξαναδιάβαζα την αποχαιρετιστήρια επιστολή μου στο πλήθος και έκλαιγα. Ήμουν πεπεισμένος ότι θα μου δινόταν ένας αγώνας αναγνώρισης, αλλά μετά τα συναισθήματα εκείνης της ημέρας στο Ολίμπικο, συνειδητοποίησα ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει άλλο αντίο στο ποδόσφαιρο και στη Ρόμα. Ήταν σαν ένα παιδί να αφήνει τη μητέρα του εκείνη την ημέρα».