Ο Παναθηναϊκός απέτυχε πλήρως, το κατάλαβε και πρέπει να ξεκινήσει από «λευκή» σελίδα

Μια σεζόν τόσο ψυχοφθόρα σαν την εφετινή για τον Παναθηναϊκό, ολοκληρώθηκε όπως ακριβώς... ξεκίνησε στο πρωτάθλημα τον περασμένο Αύγουστο. Με εντός έδρας ήττα στο ΟΑΚΑ από τον Αστέρα AKTOR ξεκίνησε το εφετινό και με το ίδιο σκορ, 1-0, ηττήθηκε κι απ’ τον Ολυμπιακό στο ντέρμπι που έκλεισε τη χρονιά. Έτσι για να του υπενθυμίζει ως το τέλος, πόσο πολύ «βασάνισε» τον εαυτό του, μα πάνω απ’ όλα τον κόσμο του σ’ όλη αυτή τη διαδρομή.
Φέτος, δεν υπάρχει ούτε καν το... αποκούμπι του τελικού του Κυπέλλου Ελλάδας και η δυνατότητα να «σωθεί» έστω η χρονιά με ένα τρόπαιο. «Τελείωσε» νωρίς κι αυτό, όπως είχε «τελειώσει» νωρίτερα και η οποιαδήποτε σκέψη διεκδίκησης του τίτλου ως το φινάλε, όπως είχε γίνει στις δύο προηγούμενες σεζόν.
Ο Παναθηναϊκός απέτυχε πλήρως την εφετινή σεζόν κι ο κρότος της συγκεκριμένης αποτυχίας ήταν μεγαλύτερος φέτος, διότι επένδυσε πολλά, πάρα πολλά το περασμένο καλοκαίρι για να «σπάσει» την... κατάρα των 14 χρόνων χωρίς πρωτάθλημα. Αλλά τα «επένδυσε» στον λάθος άνθρωπο (Ντιέγκο Αλόνσο), με λάθος στρατηγικές και λάθος επιλογές σε καίριες θέσεις της ενδεκάδας (αριστερός μπακ, δύο δεξιοί εξτρέμ και ουδείς αριστερά, απόκτηση φορ τον Ιανουάριο, ενώ η ομάδα είχε «θέμα» λόγω του τραυματισμού του Ιωαννίδη) από ανθρώπους «κλειδιά» στην ιεραρχία του (Γιάννης Παπαδημητρίου) κι ως οργανισμός, είχε διαρκώς μία μόνιμη διάθεση να αναζητεί περισσότερο τη δικαιολογία κι όχι τη λύση ή τις λύσεις. Και τα 14 χρόνια, έγιναν μοιραία 15…
Ο Παναθηναϊκός απέτυχε πλήρως, «σώζοντας» μόνο στο φινάλε την κατάσταση με τη δεύτερη θέση που του προσφέρει ένα «μαξιλαράκι» και μεγαλύτερη ηρεμία να σχεδιάσει την επόμενη μέρα του, αρχής γενομένης απ’ τα προκριματικά του Champions League, όπου θα έχει την ευκαιρία να «φτιάξει» λίγο το ευρωπαϊκό καλοκαίρι του και τη νέα σεζόν συνολικά.
Ο Παναθηναϊκός απέτυχε πλήρως, μα αν υπάρχει κάτι... ενθαρρυντικό ως τελευταία «γεύση» είναι πως ετούτη τη φορά όλος ο οργανισμός του «τριφυλλιού» το κατάλαβε από νωρίς. Ξέρει πια τι έκανε λάθος, ξέρει που δεν έκανε αυτά που έπρεπε και βγάζει προς τα έξω μια τάση και μία διάθεση να ψάξει να βρει πολύ πιο συγκροτημένα το πώς θα πορευτεί στην επόμενη μέρα. Και σε ένα καλοκαίρι που θα πρέπει να κάνει πολλά κι ετούτη τη φορά θα πρέπει να τα κάνει σωστά. Ξεκινώντας από «λευκή» σελίδα. Όχι με αποδόμηση του ρόστερ, ξηλώματα και... ραψίματα απ’ την αρχή. Αλλά με σχέδιο, πλάνο και ξεκάθαρες σκέψεις.
Σκέψεις που θα πρέπει να αρχίσουν να μπαίνουν σε σωστή βάση απ’ τη συνάντηση που θα γίνει μέσα στο επόμενο 48ωρο με τον Ρουί Βιτόρια. Να γίνει μία συνολική αξιολόγηση του τι πέτυχε και τι δεν πέτυχε ο Πορτογάλος, να γίνει μία ειλικρινής κουβέντα, να αναλύσει το σχέδιό του για το πώς σκέφτεται ο ίδιος τον δικό του Παναθηναϊκό και να παρθούν οι σωστές αποφάσεις. Όπως είπε κι ο ίδιος ο 55χρονος τεχνικός στη συνέντευξη Τύπου μετά «...να συζητήσουμε όλοι μαζί, για να δούμε τι είναι το καλύτερο για τον Παναθηναϊκό».
Τα υπόλοιπα λόγια είναι πλέον περιττά. Οι πράξεις και μόνο θα «μιλήσουν» από εδώ και πέρα...
Κάτι επί προσωπικού για τον Ζέκα, 14 χρόνια μετά...
Για φινάλε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» επί προσωπικού στον Ζέκα Ροντρίγκες. Όχι μόνο για όσα έδωσε στον Παναθηναϊκό και στο ελληνικό ποδόσφαιρο, μέσω και της Εθνικής Ομάδας όσα χρόνια τον είχαμε κοντά μας. Αλλά γιατί δεν άλλαξε ποτέ.
Έμεινε ο ίδιος ατόφιος χαρακτήρας, όπως το πρώτο εκείνο βράδυ της 26ης Ιουνίου 2011. Όταν πολύ πιο νέοι μαζί με τον Ηλία Λαλιώτη είχαμε πάει στο αεροδρόμιο για την άφιξή του κι έπαθε... σοκ που τον περίμεναν κάμερες για να μιλήσει. Και το «σοκ» του πολλαπλασιάστηκε, όταν μετά από μία ώρα μας... ξαναείδε μαζί με τον Ηλία στο ξενοδοχείο της Βουλιαγμένης για δεύτερο γύρο δηλώσεων και συνέντευξης για τα Μέσα που εργαζόμασταν τότε. «Ήρθατε ξανά εδώ για μένα, αντί να πάτε στο σπίτι σας να ξεκουραστείτε; Τέτοια ώρα;» ήταν η ατάκα του εκείνο το βράδυ, αδυνατώντας να πιστέψει πως δύο... μαντραχαλάδες ρεπόρτερ τον κυνηγούσαν για μία συνέντευξη εκείνον, έναν 23χρονο, άγνωστο μεταξύ αγνώστων ποδοσφαιριστή που μόλις είχε προσγειωθεί απ’ το Σετουμπάλ.
Σχεδόν 14 χρόνια μετά, Κάρλος το μόνο που έχω να πω είναι πως... ναι. Για σένα ήρθαμε και το άξιζες όσο ελάχιστοι άλλοι στο παρελθόν. Και ήταν ένα απ’ τα καλύτερα ξενύχτια που έχω κάνει σ’ αυτή τη δουλειά εδώ και 28 χρόνια. Ε, Ηλία (Λαλιώτη) τι λες;